σχέσεις ανθρώπινες

σχέσεις ανθρώπινες
Τεχνικός όρος κατά μετάφραση από το αγγλικό human relations, που χαρακτηρίζει το σύνολο των ψυχολογικών και κοινωνικών μεθόδων που χρησιμοποιούνται σε μεγάλες επιχειρήσεις των καπιταλιστικών κρατών, για να επιτύχουν αρμονικότερη προσαρμογή μεταξύ του περιβάλλοντος εργασίας και του εργαζόμενου για μεγαλύτερη και υπεύθυνη αύξηση της παραγωγικότητας και ασφαλέστερη ενσωμάτωση του εργάτη στην επιχείρηση. Η μέθοδος αυτή προέρχεται από το «πείραμα Χώθορν» (βιομηχανική πόλη της περιοχής του Σικάγου), όπου στα 1927 μια ομάδα κοινωνιολόγων και ψυχολόγων με επικεφαλής τον Έλτον Μάγιο, μελετητή της βιομηχανικής ψυχολογίας, εφάρμοσε για λογαριασμό της εταιρείας «Ουέστερν Ελέκτρικ» ένα σύστημα γενικών μεταρρυθμίσεων σ’ ένα μικρό τμήμα του εργατικού δυναμικού (ωράριο, διάρκεια εργασίας, καταλληλότητα των εργαλείων, φωτισμός του χώρου, μέθοδοι εργασίας κλπ.) και σημείωσαν μεγάλη επιτυχία στη βελτίωση της διάθεσης και της απόδοσης. Από το πείραμα όμως αυτό αποδείχτηκε ότι η αύξηση της παραγωγικότητας οφειλόταν όχι τόσο στις οικονομικές ή τεχνικές βελτιώσεις που έγιναν, όσο στην ψυχολογική διάθεση που κατόρθωσαν να δημιουργήσουν στην πειραματική εργατική ομάδα. Από τότε οι τεχνικές των α. σ. τελειοποιήθηκαν και διαδόθηκαν σε πολλές αμερικανικές κυρίως επιχειρήσεις, βασισμένες κυρίως σε δύο μεθόδους: την εκπαίδευση των στελεχών και τις διμερείς επικοινωνίες. Η τελευταία αυτή έχει σκοπό να πληροφορεί τους εργάτες για τα σχέδια της επιχείρησης και την επιχείρηση για τις αξιώσεις των εργατών. Η μέθοδος χρησιμοποιεί φυλλάδια, διαλέξεις, εφημερίδες της επιχείρησης, έρευνες και μερικές φορές, συμβουλευτικές επιτροπές από εκπρόσωπους των εργοδοτών και των εργαζόμενων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • ανθρωπολογία — Επιστήμη που εξετάζει τον άνθρωπο στο σύνολο των σωματικών χαρακτηριστικών του και των εκδηλώσεων της διανοητικότητάς του· όπως την όρισε o Μπιφόν, είναι η φυσική ιστορία του ανθρώπινου γένους. Η α. μελετά τον άνθρωπο –στο παρελθόν και στο παρόν …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • εργασία — Με τον όρο ε. εννοούμε κάθε ανθρώπινη ενέργεια που έχει σκοπό την παραγωγή αγαθών, υπηρεσιών ή πληροφοριών που χρειάζονται στους ίδιους τους ανθρώπους. Στην ιστορία του ανθρώπου η ε. εμφανίζεται ως κοινωνική ενέργεια, που προσφέρεται δηλαδή από… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι …   Dictionary of Greek

  • Σουηδία — Κράτος της Βόρειας Ευρώπης μεταξύ της Φινλανδίας και της Νορβηγίας.H Σουηδία (Konungariket Sverige) είναι η μεγαλύτερη από τις σκανδιναβικές χώρες. Tα σύνορά της, που καθορίστηκαν μόνιμα με το Σύμφωνο της Bιέννης (1815), ορίζονται φυσικά από την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”